Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018


Ξύπνησα με σκέψεις γύρω απ' το βιβλίο, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν το υλικό για δημιουργικές συζητήσεις!
Όταν θέλεις να είσαι δίκαιος με όλους και να κατανοείς τις συμπεριφορές των ανθρώπων, είναι πολύ χρήσιμο το να παίρνεις γρήγορα και άμεσα τη θέση του άλλου. Να κάνεις πράξη δηλαδή, αυτό που σου έχουν πει αρκετές φορές... “Έλα στη θέση μου...” Όταν το καταφέρεις αυτό, θα συνειδητοποιήσεις πως κανένας δεν κάνει κάτι επειδή του αρέσει να είναι ο κακός, προτιμάει να είναι ο άδικος, επιλέγει να κάνει λάθος! Ο κάθε άνθρωπος ενεργεί πάντα με την πρόθεση να έχει δίκιο και με την πεποίθηση πως η επιλογή της πράξης του κάθε φορά, είναι η σωστή! 
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, γιατί κάθε μορφής διένεξη, διαφωνία και έριδα μεταξύ των ανθρώπων, στέκεται σε λάθος βάση! 
Όμως, ενώ το να μπαίνεις στη θέση του άλλου σε κάνει έναν αντικειμενικό παρατηρητή, που κατανοεί με ευκολία, η και δύσκολα άλλες φορές, την εκάστοτε συμπεριφορά του ατόμου που παρατηρείς... Δεν συμβαίνει το ίδιο κι όταν μελετάς τον εαυτό σου, στην προσπάθεια σου να τον γνωρίσεις καλύτερα. Αυτό είναι ένα θέμα που συνήθως δημιουργεί μια σύγχυση, σε ανθρώπους που διαθέτουν πολύπλευρες προσωπικότητες, αλλά και γενικότερα σε όσους δυσκολεύονται πολλές φορές να εξηγήσουν κάποιες απ’ τις συμπεριφορές τους, η ακόμη και πράξεις τους, που δεν συμβαδίζουν πάντα με την μια και μοναδική προσωπικότητα που θέλουν να προβάλουν γύρω τους.
Στο βιβλίο: “Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ” χρησιμοποιώ για πρώτη φορά μια νέα τεχνική, που δημιούργησα για να μπορέσω να μελετήσω ουσιαστικά και αντικειμενικά τον εαυτό! Έπλασα πέντε χαρακτήρες, - τους πέντε έφηβους της παρέας - με συμπεριφορές και χαρακτηριστικά, που υπήρξαν διαφορετικές πλευρές της δικής μου προσωπικότητας. Μοίρασα δηλαδή σε πέντε φανταστικούς χαρακτήρες, όψεις του εαυτού μου που δυσκολευόμουν να κατανοήσω και που δεν συμβάδιζαν με την εικόνα που επιθυμούσα για μένα. Κατάφερα με τον τρόπο αυτό, να πραγματοποιήσω μια αντικειμενική παρατήρηση του εαυτού και να εξελίξω τον Ορέστη, τον έναν απ’ τους πέντε φίλους, που απ’ την αρχή του βιβλίου ταυτίζομαι μαζί του. Το ανήσυχο πνεύμα του Ορέστη, γίνεται η αιτία της συνάντησης με την ψυχή και την σοφία της! Μέσα απ’ αυτή τη συνάντηση, επισπεύδεται η προσωπική εξέλιξη και δημιουργείται η συνειδητοποίηση πως ο άνθρωπος δεν είναι μόνο το σώμα και το μυαλό του, αλλά κάτι πολύ περισσότερο! Μέσα απ’ αυτή την συνάντηση προκύπτει ένας άνθρωπος απαλλαγμένος από το μίσος, τον φόβο και την αβεβαιότητα! Ενισχυμένος με την πεποίθηση πως υπάρχουν άπειρες δυνατότητες και με την βαθειά πίστη πως ένας ανώτερος, θαυμαστός λόγος είναι η αιτία για όλα όσα συμβαίνουν γύρω του!
Εκεί που θέλω να σταθώ είναι πως όλες οι επιλογές υπάρχουν τελικά, όχι για να τεθούν σε κρίση, αλλά για να δώσουν την ευκαιρία στον άνθρωπο να δημιουργήσει τη ζωή του, βασιζόμενος στην λαμπρότητα του μεγαλείου της ελεύθερης βούλησης! Γιατί όλα είναι θέμα επιλογής τελικά... Αυτό που έχει σημασία και που αποτελεί την ουσία της ζωής, είναι το ποια θα είναι η επιλογή μας κάθε φορά και κατά πόσον αυτή η επιλογή συμβαδίζει με αυτό που δηλώνουμε στον κόσμο πως ήμαστε κι αυτό που θέλουμε να συμβεί στη ζωή μας στην παρούσα φάση! 
Κάπως έτσι φαντάζομαι τον άνθρωπο της νέας εποχής. 
Μια καινούρια, θαυμάσια προοπτική, θα γεννηθεί στον κόσμο με την δημιουργία αυτού του νέου ανθρώπου!

Τετάρτη 16 Μαΐου 2018
























Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ  


Η ιστορία αφορά έναν πρώτο ξάδερφο της γιαγιάς Κωνσταντινιάς, τον Γεράσιμο και αυτό που του συνέβη μια περίεργη, παγερή νύχτα του Γενάρη. Εκείνο το κρύο Σαββατόβραδο λοιπόν, στο καφενείο ενός μικρού χωριού του νομού Σερρών, τέσσερις φίλοι τσουγκρίζουν ποτήρια γεμάτα με κόκκινο κρασί. Είναι οι μόνοι που απέμειναν στο μαγαζί, ξεχασμένοι από νωρίς το απόγευμα. Πίνουν, λένε ανέκδοτα και γελάνε δυνατά! Ο Βαγγέλης ο καφετζής, που κάθεται στο αντικρινό τραπέζι, σκουπίζει με την ποδιά του τα ποτήρια και χασμουριέται. Απ’ το πρωί στο πόδι, τρέχει όλη τη μέρα για να κρατήσει όρθιο το μοναδικό καφενείο του χωριού. Είναι τόσο κουρασμένος, που δεν έχει τη διάθεση ν’ ακούσει τ’ αστεία των συγχωριανών του και προσποιείται πως πίνει το κρασί που τον κερνάνε κάθε τόσο. «Παλικάρια… Δώδεκα κοντεύει! Δε με πληρώνεται σιγά – σιγά, να τραβήξετε κατά τα σπίτια σας, μην πάει κάνας άλλος; Άιντε μπράβο, μπας και προλάβω κι εγώ ο ταλαίπωρος ν’ απλώσω λιγάκι τις αρίδες μου, γιατί αύριο πάλι εδώ θα’ μαι, απ’ τις έξι!» «Σιγά μην έρθεις απ’ τις έξι ρε Βαγγέλα, Κυριακάτικα…» «Εγώ εδώ θα είμαι και θα τρίβω λάχανο και καρότο στο ριντέ, για τις σαλάτες! Τα σαράντα του Πόλυ αύριο, το ξέχασες; Πενήντα νοματαίους έχω να ταΐσω. Δεν έρχεσαι κι εσύ Γεράσιμε, να βάλεις κάνα χεράκι;» Τι ήτανε να πει ο Βαγγέλης για το μνημόσυνο του Πόλυ; Πάνω που είχαν ξεμείνει κι από ανέκδοτα… Βρήκαν οι τέσσερις φίλοι λόγο για να συνεχίσουν να γελάνε, μνημονεύοντας τα καμώματα του Πόλυ, του τρελού του χωριού! Και θυμάστε ο Πόλυς αυτό; Θυμάστε ο Πόλυς εκείνο; Και δώστου ξανά γέλια και τσουγκρίσματα με τα ποτήρια, ακόμα κι απ’ τον Βαγγέλη αυτή τη φορά, γιατί καθώς φαίνεται, οι παλαβομάρες του Πόλυ είχαν περισσότερο γούστο απ’ τα ανέκδοτα! «Θυμάστε ρε σεις τι έλεγε συνέχεια ο Πόλυς, εδώ στο καφενείο; Ότι σαν πέθαινε, θα βρικολάκιαζε λέει για να εκδικηθεί όσους τον κορόιδευαν εν ζωή!» Ξεράθηκαν όλοι στα γέλια, εκτός απ’ τον Παντελή, που δείχνει σκεφτικός. «Για σταθείτε ρε σεις… Ο Σταύρος δεν τον κορόιδευε όπου και να τον πετύχαινε;» «Ε και;» «Τι ε και ρε Γεράσιμε; Προχθές δεν έπεσε απ’ τη φοράδα και κόντεψε να τσακίσει το σβέρκο του; Ο Πασχάλης ο κουνιάδος του που ήτανε μπροστά, είπε πως το ζωντανό τρόμαξε ξαφνικά, λες και είδε μπροστά του τον οξαποδώ! Άγιο είχε ο Σταύρος που τη γλύτωσε σας λέω…» Ο μόνος που γελάει ακόμη, είναι ο Βαγγέλης ο καφετζής, κι εκείνος νυσταγμένα. «Για φαντάσου… Ύστερα σου λένε να μην πιστεύεις στα φαντάσματα!» Είπε και την ίδια στιγμή λούζει κρύος ιδρώτας τον Παντελή, γιατί σκέφτεται πως έχει να γυρίσει και στο σπίτι του, που βρίσκεται ένα χιλιόμετρο μακριά απ’ το χωριό! «Τι έγινε Παντελάκο; Άσπρισες σαν το πανί! Τον κορόιδευες κι εσύ τον Πόλυ έτσι;» Τον ειρωνεύεται ο Γεράσιμος. «Γιατί, μήπως κι εσύ δεν τον κορόιδευες;» «Ναι, αλλά εγώ δεν φοβάμαι…» «Επειδή το σπίτι σου είναι απέναντι.» «Όχι γι’ αυτό, επειδή δεν πιστεύω σε τέτοιες βλακείες!» «Κι όμως κουμπάρε… Θα μπορούσε το πνεύμα του…» Ο Γεράσιμος δεν επέτρεψε στον κουμπάρο του τον Γιάννη να ολοκληρώσει τη φράση του… «Ποιο πνεύμα ρε Γιάννη; Σε είχα και για έξυπνο, πανάθεμα σε… Πέθανε ο άνθρωπος; Τον παράχωσαν στο χώμα; Αυτό ήταν! Πάει, τελείωσε! Όλα τ’ άλλα για βρικόλακες και φαντάσματα, είναι για τους μωρόπιστους.» « Κι αυτά που λένε πως ακούσαν κάποιοι, που πέρασαν βράδυ έξω απ’ τα νεκροταφεία; Τι είναι αυτή η παιδική φωνή που κλαίει και ζητάει βοήθεια;» «Παραμύθια της Χαλιμάς! Ξύπνα καημένε Παντελή...» Ο Βαγγέλης που στο μεταξύ είχε αρχίσει να λαγοκοιμάται, πετιέται ξαφνικά…» «Κι εγώ την άκουσα τη φωνή αυτή!» «Ορίστε, κι ο Βαγγέλης την άκουσε! Τι να γίνεται άραγε μέσα στα νεκροταφεία μετά τα μεσάνυχτα;» Είπε ο Παντελής κάνοντας τον Γιάννη και τον Βαγγέλη ν’ ανατριχιάσουν. Μόνο ο Γεράσιμος έσκασε ένα ειρωνικό χαμόγελο. «Ε, λοιπόν, για να σας αποδείξω πως όσα λέτε είναι βλακείες, μόλις το ρολόι δείξει δώδεκα, εγώ θα πάω μέσα στα νεκροταφεία!» «Καλά, σε πιστέψαμε.» «Όχι, σοβαρά μιλάω! Ποιος βάζει ένα στοίχημα;» Όλοι ήταν πρόθυμοι να βάλλουν εκείνο το στοίχημα κι έδωσαν τα χέρια! Όποιος έχανε, έπρεπε να πληρώσει το λογαριασμό εκείνου του τραπεζιού στο καφενείο. «Θα μπεις μέσα όμως!» Τόνισε ο Παντελής. «Μέσα!» Τον βεβαίωσε ο Γεράσιμος. «Θα πας μέχρι το μνήμα του Πόλυ! Κάτω απ’ το μαύρο κυπαρίσσι, που το βάρεσε ο κεραυνός τις προάλλες...» Συμπλήρωσε ο κουμπάρος του ο Γιάννης. «Στο μνήμα του Πόλυ, εντάξει! Όπου θέλετε.» Βεβαίωσε ξανά ο Γεράσιμος. «Και πως θα ξέρουμε ότι πήγες μέχρι το μνήμα του Πόλυ;» Ρώτησε ο Παντελής. «Περιμένετε!» Πετάχτηκε ο Βαγγέλης κι έτρεξε στην κουζίνα του. Επέστρεψε αμέσως, κρατώντας ένα κουζινομάχαιρο. «Τι είναι αυτό;» Ρωτάει ο Γεράσιμος με απορία. «Μαχαίρι!» «Το βλέπω. Γιατί μου το έφερες ρωτάω!» «Για απόδειξη! Αυτό το μαχαίρι θα το καρφώσεις επάνω στο μνήμα του Πόλυ! Αύριο το πρωί που θα τον διαβάσει ο παπάς, θα δούμε ποιος κέρδισε το στοίχημα!» Το ρολόι με το εκκρεμές, στον τοίχο, χτυπάει δώδεκα φορές. Ο Γεράσιμος σηκώνεται όρθιος, αρπάζει το μαχαίρι, το χώνει στην τσέπη του παλτού του κι απομακρύνεται. «Κύριοι… Τα λέμε το πρωί!» Διασχίζει τον κεντρικό δρόμο του χωριού, βγάζει το μαχαίρι απ’ την τσέπη και κοιτάζει πίσω του, γιατί νιώθει πως τον παρακολουθούν. Γνωρίζει άλλωστε το πόσο πειραχτήρια είναι οι φίλοι του... Τελικά, στρίβει απ’ το μονοπάτι με τις φλαμουριές, βάζει ξανά το μαχαίρι στην τσέπη, κουμπώνει όλα τα κουμπιά απ’ το παλτό μέχρι απάνω, για να μην τρέμει απ’ το κρύο κι ανοίγει το βήμα του για να ζεσταθεί, αλλά και για να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα. Πριν το ρολόι του καμπαναριού, στην εκκλησιά του χωριού, χτυπήσει δώδεκα και μισή, βρίσκεται ήδη έξω απ’ την κεντρική είσοδο των νεκροταφείων. 


Κοντοστέκεται… Νιώθει το κρύο να του τρυπάει τα κόκαλα και την καρδιά του να χτυπάει σαν τρελή. Ανοίγει την βαριά σιδερένια καγκελόπορτα, που διαταράζει με μια μακρόσυρτη στριγκλιά τη γαλήνη της νύχτας… Μπαίνει στον εσωτερικό χώρο των νεκροταφείων και βαδίζει με προσεκτικά βήματα, νιώθοντας τα πόδια του να τρεκλίζουν! Φτάνει μπροστά στον τάφο του Πόλυ, κάτω απ’ το κεραυνοχτυπημένο κυπαρίσσι. Γονατίζει στο έδαφος και παραμερίζει με το χέρι του τα σαπισμένα κυκλάμινα που βρίσκονται σκορπισμένα πάνω στο υγρό χώμα. Βγάζει το μαχαίρι απ’ την τσέπη και ρίχνει μια ματιά τριγύρω… Τη στιγμή εκείνη, ένα ελαφρύ αεράκι κάνει τα μισά απ’ τα αναμμένα καντηλάκια στα μνήματα, να σβήσουν και τα τζάμια στα πορτάκια απ’ τα μαρμάρινα εικονοστάσια να τρίζουν. Ντιν ντιν ντιν… Δεξιά κι αριστερά, ντιν ντιν ντιν… μπρος και πίσω απ’ τον Γεράσιμο, τζάμια που συντονίζονται και χτυπούν ρυθμικά! Ο γονατιστός άντρας σκιάζεται και βγάζει μια πνιχτή κραυγή! Σταυροκοπιέται τρεις φορές… Σηκώνει το μαχαίρι με τα δυο του χέρια που τρέμουν από κρύο κι από μούδιασμα… Κι εκεί που ετοιμάζεται να το καρφώσει στο χώμα, ακούγεται πάνω απ’ το κεφάλι του η κραυγή μιας κουκουβάγιας, που στέκεται στην κορυφή του μαύρου δέντρου. Στη συνέχεια η κουκουβάγια ανοίγει τα φτερά της και με αργό φτερούγισμα χάνεται στο σκοτάδι. Ο Γεράσιμος νιώθει το μούδιασμα να απλώνεται σε όλο του το κορμί. « Αυτό θα κάνω κι εγώ! Θα εξαφανιστώ μια ώρα αρχύτερα από δω!» Καταφέρνει να ψελλίσει και κατεβάζει με δύναμη το μαχαίρι, καρφώνοντας το στο χώμα που σκεπάζει τον Πόλυ. Με μια σβέλτη κίνηση κάνει να σηκωθεί για να φύγει, όμως κάτι τον τραβάει πίσω με δύναμη! Ένας κόμπος ανεβαίνει στο λαιμό του και τον πνίγει! Πέφτει μπρούμυτα πάνω στο μνήμα του Πόλυ, με το πρόσωπο χωμένο στα σαπισμένα λουλούδια που βρίσκονταν εκεί απ’ την ημέρα της κηδείας. Τα χέρια του σφίγγουν με δύναμη το χώμα, για λίγα δευτερόλεπτα… Στη συνέχεια οι λαβές του χαλαρώνουν, ξεφυσάει τον αέρα απ’ τα πνευμόνια του... Κι ελευθερώνεται! Το επόμενο πρωί τον βρήκε όπως ακριβώς τον είχε αφήσει η νύχτα! Γονατιστό, με τα χέρια ανοιχτά, ξαπλωμένο μπρούμυτα πάνω στο μνήμα του Πόλυ, σαν να τον προσκυνούσε. Καθώς τον σήκωναν οι δυο του φίλοι, φάνηκε η λαβή του μαχαιριού που ήταν καρφωμένο στο χώμα, αφού πρώτα είχε διαπεράσει το μάλλινο ύφασμα απ’ την άκρη του παλτού του!
Έτσι ο Γεράσιμος κέρδισε το στοίχημα, αφού δεν πλήρωσε ποτέ εκείνο το τραπέζι… Όμως τον τελευταίο του λογαριασμό, τον ξόφλησε το προηγούμενο βράδυ στον τέταρτο φίλο του, πληρώνοντας με την καρδία του μάλιστα, το ακριβότερο τίμημα.


Κώστας Μεταλλίδης…

Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Reviews > Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ by Κώστας Μεταλλίδης 
Read

by

75097619
's review
May 09, 2018

it was amazing

Μια ιστορία ψυχογράφημα του καθενός απο εμάς. Η ιστορία του συγγραφέα εμπεριέχει εμάς και κάποιους απο του παιδικούς μας φίλους. θα χαρακτήριζα την ιστορία ως το συμβολισμό του περάσματος προς την ενηλικίωση μας. σε κάθε του σελίδα θυμήθηκα κατι απο τα παιδικά μου χρόνια και αυτο δε μπορεί παρα να με ευχαριστει που το διάβασα. λόγος αληθινός και στρωτος, ιστορία για πολύ σκέψη.
2 likes · flag

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟ Down Town!


Ένα μεγάλο ευχαριστώ στο DownTown Magazine Greece για το δισέλιδο αφιέρωμά και ειδικότερα στον Sotiris Maditsis για τη δημιουργική φωτογράφιση και τον Lefteris Voutsas για την υπέροχη συνέντευξη!
                                                                           
                             

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Αντίγραφο του βίντεο trailer

trailer

trailer

Ακόμη ένα «τσικ» ακούστηκε μέσα απ’ την παλάμη μου
και μια καινούρια φωτιά γεννήθηκε! Μια φωτιά που δε θύμιζε σε τίποτα την προηγούμενη.      Εκείνη, θυμάμαι πως
ξεχύθηκε με θυμό πάνω στον ξεραμένο βίκο, για να τον
κατασπαράξει! Φρούμαξε κι έβγαλε ένα σύννεφο καπνού.
Σηκώθηκε ψηλά! Μου εναντιώθηκε! Και το χειρότερο… Η
δεύτερη φωτιά, δε μου χαμογελούσε καθόλου! Το φοβό-
μουν αυτό, ρε γαμώτο… Γι’ αυτό τη λέω διάολο.
Αυτό λέγεται ανταρσία! Με πρόδωσε! Αποστάτησε! Κι ας
τη δημιούργησα απ’ το μηδέν… Έδειχνε ικανοποιημένη
που τη δημιούργησα, ευχαριστήθηκε με την τροφή που της
έδωσα, όμως δεν ήθελε να την ελέγχω. Προτίμησε να εί-
ναι αυτόνομη, να μη δίνει λογαριασμό σε κανένα! Μωρέ,
καλά το λέω εγώ… Η φωτιά είναι διάολος, γι’ αυτό κατοικεί στην κόλαση!


Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

the mirror of the soul

Αφού βρεις την ψυχή σου...                                            

   Παρελθόν και παρόν, γίνονται ένα!                           

      Γνωρίζεις τον εαυτό σου και δίνεις νόημα σε κάθε στιγμή!    Στο πριν, στο τώρα και στο μετά!                               




Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018


Επειδή σαν τη Χαλκιδική δεν έχει...Κι επειδή Χαλκιδική δεν είναι μόνο Καλοκαίρι και μαγικές ακρογιαλιές... Αλλά και εστία τέχνης πολιτισμού και φιλοσοφίας...Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ετοιμάζει βαλίτσα για Νέα Μουδανιά μες το καταχείμωνο!